Στα τέλη του 1885 το δίκτυο Κορίνθου - Άργους - Ναυπλίου ήταν έτοιμο να παραδοθεί. Στα μέσα μάλιστα του Δεκεμβρίου έφτασε και η πρώτη ατμομηχανή με δύο βαγόνια από την Κόρινθο μεταφέροντας το Διευθυντή της ΓΠΤ I. Δούμα και άλλους επισήμους. Χαράς ευαγγέλια στον τόπο. «Ασμένως δε ηκούσαμεν παρ’ αυτών ότι ο σιδηρόδρομος την 1ην Φεβρουαρίου παραδίδοται εις χρήσιν του κοινού», γράφει το «Άργος». Όμως βάσκανος οφθαλμός ζήλεψε το έργο και στις αρχές του Φεβρουάριου του 1886 φοβερή πλημμύρα προκάλεσε σοβαρές ζημιές στο δίκτυο, αφού η Εταιρεία του σιδηροδρόμου «θέλουσα να περατώση το έργον ολιγοδαπανώτερον, δεν κατεσκεύσασεν εις την γραμμήν Άργους - Ναυπλίου όσας έδει γέφυρας και οχετούς δια να διοχετεύονται τα νερά προς την θάλασσαν». Ο ρους του Ξεριά και της Πάνιτσας εκτράπηκε εντελώς, αφενός γιατί οι κοίτες τους ήσαν αβαθείς και δεν είχαν καθαριστεί από το 1869 και αφετέρου γιατί «κτηματίαι τινες, εμφυτεύσαντες σταφιδαμπέλους, μετέτρεψαν δια τεχνικών έργων τον ρουν δια να ποτίζουν τας φυτείας των το θέρος».!
Παρά
τις δυσκολίες το τμήμα Κορίνθου - Άργους - Ναυπλίου, μήκους 64,5 χιλιομέτρων,
στις 15 Απριλίου 1886 θα παραδοθεί επισήμως στη χρήση του κοινού. Θα προηγηθεί
όμως, στις 25 Μαρτίου, το βασιλικό ταξίδι στην Αργολίδα, ένα
ταξίδι από το οποίο προκάλεσε ερωτήματα, αλλά και απογοήτευση στην κοινωνία του
Άργους. Ήταν επόμενο η απουσία του βασιλιά αλλά και του πρωθυπουργού τέτοια
μέρα, ημέρα της εθνικής επετείου, από την Αθήνα να προκαλέσει ερωτήματα, αν και
φαίνεται πως οι δυο αυτοί κορυφαίοι παράγοντες του πολιτεύματος σκόπιμα απουσίασαν
από την πρωτεύουσα εξαιτίας του φορτισμένου κλίματος. Μετά τα γεγονότα στην
Ανατολική Ρωμυλία η κυβέρνηση Δηλιγιάννη, κάτω από την πίεση εθνικιστικών
στοιχείων, είχε κηρύξει επιστράτευση από τον προηγούμενο Σεπτέμβριο, την «ένοπλη
επαιτεία», όπως αποκλήθηκε στη συνέχεια, όχι βέβαια για να κάνει πόλεμο -εξάλλου
η διεθνής θέση της χώρας ήταν δυσμενής και η προπαρασκευή της για ένα τέτοιο
εγχείρημα σχεδόν ανύπαρκτη-, αλλά για να απαιτήσει κάποιες παραχωρήσεις από την
Τουρκία.
«Κρότοι πυροβόλου από του λόφου της Ασπίδος
προανήγγειλαν την εμφάνισιν της βασιλικής αμαξοστοιχίας, ήτις την 5V2 μ.μ. ώραν
αφίκετο εις τον σταθμόν του σιδηροδρόμου αισίως. Έκτακτος ήτο η κυριεύουσα τον
λαόν συγκίνησις και ζωηρόταται, όσον και εγκάρδιοι, ζητοκραυγαί χιλιάδων
στομάτων επλήρωσαν τον ορίζοντα. Πάντες και πάσαι ανευφήμουν τους βασιλείς πλην
ενός (και τούτου ευθυμούντος), ζητοκραυγάσαντος υπέρ του πολέμου», γράφει
το Άργος της 30.3.1886.
Και συνεχίζει: «Ότε έστη η αμαξοστοιχία, ο λαός ανέμενε να ίδη τους βασιλείς, πατούντας, έστω και δι’ ολίγα λεπτά το ημέτερον έδαφος. Δυστυχώς οι ΑΑΜΜ ουδέ ταύτης καν της τιμής ηξίωσαν τον τόπον και τον λαόν του Άργους... Ο λαός του Άργους βαρέως εσημείωσεν την περιφρόνησιν αυτήν και μετά λύπης επανήλθεν εις τα ίδια μετά την αναχώρησιν της αμαξοστοιχίας, αναμιμνησκόμενος άλλων εποχών, καθ’ ας οι βασιλείς της Ελλάδος δεν διήρχοντο τας πόλεις των υπηκόων των, ως ξένοι και αδιάφοροι ταξιδιώται, και πάμπολλοι ηκούσθησαν μετά ψυχικού άλγους ψιθυρίζοντες “Πού είσαι καϋμένε Οθων”». Και βέβαια δεν ήταν πρώτη φορά που ο Βαρδουνιώτης «δια στόματος λαού» φώναζε το “Πού είσαι καϋμένε Όθωνί.